- βροχόμετρο
- Όργανο συλλογής και μέτρησης της ποσότητας της βροχόπτωσης, χρησιμοποιούμενο στα κέντρα μετεωρολογικών παρατηρήσεων. Αποτελείται από ένα κυλινδρικό δοχείο, τοποθετημένο κατακόρυφα στην ύπαιθρο, που καταλήγει προς τα πάνω σε μία ορειχάλκινη στεφάνη με αιχμηρά χείλη και προς τα κάτω σε μία κωνική χοάνη, που φέρει στο κατώτερο άκρο της μία στρόφιγγα χειρός. Η βροχή που έχει συλλεχθεί κατά τη διάρκεια μιας ορισμένης χρονικής περιόδου μεταγγίζεται, ανοίγοντας τη στρόφιγγα, σε βαθμολογημένα δοχεία και μετριέται η ποσότητά της. Γνωρίζοντας την επιφάνεια της κυκλικής βάσης του κυλίνδρου, υπολογίζουμε την ποσότητα της βροχόπτωσης ανά μονάδα επιφάνειας του εδάφους της περιοχής. Η ποσότητα της βροχόπτωσης εκφράζεται σε χιλιοστά που αντιπροσωπεύουν το ύψος του στρώματος που θα σχηματιζόταν από το νερό που έπεσε, αν δεν το απορροφούσε το έδαφος. Οι κανονικές διαστάσεις της επιφάνειας της βάσης του κυλίνδρου στα όργανα αυτά είναι 0,1 τ.μ., γι’ αυτό ένα κιλό νερού που συνέλεξε το δοχείο ισοδυναμεί προς 10 χιλιοστά ύψους βροχής. Το ύψος του κυλίνδρου κανονικά είναι τέτοιο, ώστε μπορεί να συλλέξει βροχή μέχρι 400 χιλιοστά.
ΒΡΟΧΟΜΕΤΡΟ
* * *τοόργανο που χρησιμοποιείται για τον προσδιορισμό του ύψους της βροχής.
Dictionary of Greek. 2013.